Κάποτε σε μια γειτονιά της Αθήνας υπήρχε ένα αρχοντόσπιτο, αυτά τα παλιά με τους διώροφα κτίσματα με εσωτερικές σκάλες και με κήπο. Σε αυτό το σπίτι έμενε μια τριμελής οικογένεια.
Ο άντρας δούλευε σε κάποια μικρή επιχείρηση, η γυναίκα του σπιτιού ασχολιόταν με τις δουλειές του σπιτιού ενώ το παιδί τους, ένα μικρό κοριτσάκι πήγαινε σχολείο. Το κοριτσάκι αυτό είχε σαν χόμπι τη μουσική και του άρεσε πολύ το πιάνο. Ετσι λοιπόν οι γονείς του το έγραψαν σε ένα ωδείο και λίγο καιρό αργότερα του αγόρασαν και ένα πιάνο για να μπορεί να κάνει πρακτική εξάσκηση.
Το μικρό κορίτσι καθόταν λοιπόν κάθε απόγευμα, αφού τελείωνε όλες τις άλλες του δουλειές, και έπαιζε πιάνο για αρκετές ώρες. Αυτό επαναλαμβανόταν συνέχεια κάθε μέρα σχεδόν πάντα μια συγκεκριμένη ώρα (ας πούμε ότι η ώρα αυτή ήταν 6 το απόγευμα).
Μια μέρα όμως η μητέρα του της είπε να κάνει κάποιες δουλειές γιατί εκείνη θα έφευγε. Το κοριτσάκι δεν έκανε τις δουλειές που του είχε πει η μητέρα του και άρχισε να παίζει πιάνο. Όταν γύρισε η μητέρα του το βρήκε να παίζει πιάνο και υπέθεσε ότι οι δουλειές που τις είχε αναθέσει είχαν γίνει. Όταν όμως συνειδητοποίησε ότι το κοριτσάκι δεν είχε κάνει τίποτα απολύτως έγινε έξω φρενών.
Τότε άρχισε να μαλώνει το κορίτσι και ξέσπασε ένας μεγάλος καβγάς. Η μικρή έφυγε κλαίγοντας και άρχισε να ανεβαίνει την μεγάλη ξύλινη σκάλα μέχρι που την τράβηξε η μητέρα της. Τότε το κοριτσάκι παραπάτησε και έπεσε από την σκάλα, χτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της και πέθανε.
Μετά από το συμβάν οι γονείς της άφησαν το σπίτι αυτό και μετακόμισαν σε άλλη περιοχή της Ελλάδας. Το σπίτι αυτό ερήμωσε καθώς δεν είχε απομείνει τίποτα εκεί μέσα.
Όμως όποιος περάσει έξω από αυτό το σπίτι αυτό μια συγκεκριμένη ώρα θα ακούσει το μικρό κορίτσι να παίζει πιάνο...
Ο άντρας δούλευε σε κάποια μικρή επιχείρηση, η γυναίκα του σπιτιού ασχολιόταν με τις δουλειές του σπιτιού ενώ το παιδί τους, ένα μικρό κοριτσάκι πήγαινε σχολείο. Το κοριτσάκι αυτό είχε σαν χόμπι τη μουσική και του άρεσε πολύ το πιάνο. Ετσι λοιπόν οι γονείς του το έγραψαν σε ένα ωδείο και λίγο καιρό αργότερα του αγόρασαν και ένα πιάνο για να μπορεί να κάνει πρακτική εξάσκηση.
Το μικρό κορίτσι καθόταν λοιπόν κάθε απόγευμα, αφού τελείωνε όλες τις άλλες του δουλειές, και έπαιζε πιάνο για αρκετές ώρες. Αυτό επαναλαμβανόταν συνέχεια κάθε μέρα σχεδόν πάντα μια συγκεκριμένη ώρα (ας πούμε ότι η ώρα αυτή ήταν 6 το απόγευμα).
Μια μέρα όμως η μητέρα του της είπε να κάνει κάποιες δουλειές γιατί εκείνη θα έφευγε. Το κοριτσάκι δεν έκανε τις δουλειές που του είχε πει η μητέρα του και άρχισε να παίζει πιάνο. Όταν γύρισε η μητέρα του το βρήκε να παίζει πιάνο και υπέθεσε ότι οι δουλειές που τις είχε αναθέσει είχαν γίνει. Όταν όμως συνειδητοποίησε ότι το κοριτσάκι δεν είχε κάνει τίποτα απολύτως έγινε έξω φρενών.
Τότε άρχισε να μαλώνει το κορίτσι και ξέσπασε ένας μεγάλος καβγάς. Η μικρή έφυγε κλαίγοντας και άρχισε να ανεβαίνει την μεγάλη ξύλινη σκάλα μέχρι που την τράβηξε η μητέρα της. Τότε το κοριτσάκι παραπάτησε και έπεσε από την σκάλα, χτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της και πέθανε.
Μετά από το συμβάν οι γονείς της άφησαν το σπίτι αυτό και μετακόμισαν σε άλλη περιοχή της Ελλάδας. Το σπίτι αυτό ερήμωσε καθώς δεν είχε απομείνει τίποτα εκεί μέσα.
Όμως όποιος περάσει έξω από αυτό το σπίτι αυτό μια συγκεκριμένη ώρα θα ακούσει το μικρό κορίτσι να παίζει πιάνο...