Αυτόν τον τρόμο που έζησα εύχομαι να μην το ζήσει κανείς. Έχω φοβίες για όλη μου τη ζωή, όλα τα θυμάμαι σαν να ήταν τώρα κι ας περάσανε 38 χρόνια.
Ήταν Ιούλιος του 1974, θερινό ηλιοστάσιο, βράδιαζε στις 9 το βράδυ. Εκείνη την μέρα με άλλα παιδιά παίζαμε μπάλα καταμεσής του δρόμου, αδιάκοπο παιχνίδι πάνω κάτω μέχρι να βραδιάσει. Εκείνη την ώρα λοιπόν, στο τέλος του παιχνιδιού, το τελευταίο παιδί κλώτσησε δυνατά την μπάλα και όλοι έφυγαν. Έλα όμως που η μπάλα ήταν δική μου και πήγα να την μαζέψω σε παράδρομο στενό κατηφορικό, εκεί είχε σταματήσει σε τρία σκαλάκια.
Πλησίασα και έσκυψα να την πάρω. Ξάφνου από πάνω μου αισθάνομαι μια παρουσία, σηκώνω το κεφάλι μου και τι να δω από πάνω μου φίλοι; Ήταν μια γριά με μακριά ξέπλεκα άσπρα μαλλιά και νύχια μακριά 2 - 3 εκατοστά. Πήγα να προφέρω τα θεία αλλά κοιτώντας προσεκτικά διαπίστωσα ότι δεν είχε κόρες, μόνο ασπράδι των ματιών.
Εξαφανίστηκα κατευθείαν χωρίς να κοιτάξω πίσω. Στον παραπάνω δρόμο, 30 -40 μέτρα μακριά, με περίμενε ο ξάδελφος μου. Εγώ ήμουν 10 χρονών και αυτός 13.
-Ρε, του λέω, εκεί κάτω έχει έναν δαίμονα.
-Μη μιλάς, μου λέει, και μην το πείς πουθενά.
Μετά από 20 χρόνια πήγα στο ίδιο σημείο για δουλειά. Εκεί συνάντησα έναν άλλον συνομήλικο μου και αφού τον ψιλογνώριζα από το σχολείο του το εκμυστηρεύτηκα.
-Ρε, μου λέει, γιατί μου το θυμίζεις; Εγώ την γριά την βλέπω τις άγριες νύχτες στις ταράτσες!
Δεν ξανάνοιξα το στόμα μου. Καλύτερα να το ξαναθάψω μέσα μου. Εγώ όμως είχα μεγάλη περιέργεια γιατί ο ξάδελφος μου είπε να αποσιωπήσω το γεγονός με τον δαίμονα και θυμήθηκα ένα γεγονός που είχε γίνει λίγο νωρίτερα από το δικό μου.
Το σπίτι μου έμενα μαζί με τους δικούς μου ήταν ένα διώροφο και του ξαδέλφου μου ήταν μια παράγκα πίσω από το δικό μου με αυλή 15 επί 15 μέτρα και στα σύνορα με την διπλανή οικοδομή είχαν ένα πηγάδι με ανεμόμυλο.
Μια νύχτα τα μεσάνυχτα ξύπνησα μέσα σε φασαρία και τρομοκρατημένος αντίκρισα το εξής θέαμα: Όλη η οικογένεια του ξαδέλφου μου ήταν σχεδόν πάνω στον ανεμόμυλο και με δαυλούς στα χέρια φώναζαν: - Φύγε πνεύμα φύγε θα σε κάψουμε. Ίσως γι΄ αυτό μου είπε να μην μιλήσω.
Ήταν Ιούλιος του 1974, θερινό ηλιοστάσιο, βράδιαζε στις 9 το βράδυ. Εκείνη την μέρα με άλλα παιδιά παίζαμε μπάλα καταμεσής του δρόμου, αδιάκοπο παιχνίδι πάνω κάτω μέχρι να βραδιάσει. Εκείνη την ώρα λοιπόν, στο τέλος του παιχνιδιού, το τελευταίο παιδί κλώτσησε δυνατά την μπάλα και όλοι έφυγαν. Έλα όμως που η μπάλα ήταν δική μου και πήγα να την μαζέψω σε παράδρομο στενό κατηφορικό, εκεί είχε σταματήσει σε τρία σκαλάκια.
Πλησίασα και έσκυψα να την πάρω. Ξάφνου από πάνω μου αισθάνομαι μια παρουσία, σηκώνω το κεφάλι μου και τι να δω από πάνω μου φίλοι; Ήταν μια γριά με μακριά ξέπλεκα άσπρα μαλλιά και νύχια μακριά 2 - 3 εκατοστά. Πήγα να προφέρω τα θεία αλλά κοιτώντας προσεκτικά διαπίστωσα ότι δεν είχε κόρες, μόνο ασπράδι των ματιών.
Εξαφανίστηκα κατευθείαν χωρίς να κοιτάξω πίσω. Στον παραπάνω δρόμο, 30 -40 μέτρα μακριά, με περίμενε ο ξάδελφος μου. Εγώ ήμουν 10 χρονών και αυτός 13.
-Ρε, του λέω, εκεί κάτω έχει έναν δαίμονα.
-Μη μιλάς, μου λέει, και μην το πείς πουθενά.
Μετά από 20 χρόνια πήγα στο ίδιο σημείο για δουλειά. Εκεί συνάντησα έναν άλλον συνομήλικο μου και αφού τον ψιλογνώριζα από το σχολείο του το εκμυστηρεύτηκα.
-Ρε, μου λέει, γιατί μου το θυμίζεις; Εγώ την γριά την βλέπω τις άγριες νύχτες στις ταράτσες!
Δεν ξανάνοιξα το στόμα μου. Καλύτερα να το ξαναθάψω μέσα μου. Εγώ όμως είχα μεγάλη περιέργεια γιατί ο ξάδελφος μου είπε να αποσιωπήσω το γεγονός με τον δαίμονα και θυμήθηκα ένα γεγονός που είχε γίνει λίγο νωρίτερα από το δικό μου.
Το σπίτι μου έμενα μαζί με τους δικούς μου ήταν ένα διώροφο και του ξαδέλφου μου ήταν μια παράγκα πίσω από το δικό μου με αυλή 15 επί 15 μέτρα και στα σύνορα με την διπλανή οικοδομή είχαν ένα πηγάδι με ανεμόμυλο.
Μια νύχτα τα μεσάνυχτα ξύπνησα μέσα σε φασαρία και τρομοκρατημένος αντίκρισα το εξής θέαμα: Όλη η οικογένεια του ξαδέλφου μου ήταν σχεδόν πάνω στον ανεμόμυλο και με δαυλούς στα χέρια φώναζαν: - Φύγε πνεύμα φύγε θα σε κάψουμε. Ίσως γι΄ αυτό μου είπε να μην μιλήσω.