Γεια σας, θα ήθελα να σας διηγηθώ μια ιστορία που αφορά ένα στοιχειωμένο σπίτι ή αλλιώς το «Σπίτι των Βημάτων» όπως το αποκαλούν πολλοί…
Η ιστορία μας ξεκινά τον 19ο αιώνα, όταν σ’αυτό το σπίτι ζούσε μια τετραμελής οικογένεια. Τα παιδιά της οικογένειας ήταν 2, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, ας τα ονομάσουμε Γιάννη και Μαρία. Δεν ήταν πολύ μεγάλα, ο Γιάννης ήταν γύρω στα 15 και Μαρία ήταν λίγα χρόνια μικρότερη. Ο θρύλος λέει ότι η Μαρία έβλεπε κάθε βράδυ διάφορα όνειρα με φαντάσματα δαίμονες κλπ. ΟΜΩΣ υπήρχε ένα όνειρο (κάποιοι υποστηρίζουν ότι όλα γίνονταν στην πραγματικότητα) που το έβλεπε κάθε βράδυ στις 12 τα μεσάνυχτα. Ήταν ένας άνδρας ή μια σκιά, δεν φαίνονταν πολύ καθαρά, ο οποίος κάθε βραδύ τέτοια ώρα έμπαινε μέσα στο σπίτι τους. Η Μαρία άκουγε τα βαριά βήματα του προς το υπνοδωμάτιο, επειδή όλοι οι άλλοι κοιμόντουσαν. Όταν έμπαινε η σκιά του άνδρα στο υπνοδωμάτιο πήγαινε πάνω από το κρεβάτι του αδερφού της και τον παρακολουθούσε για λίγα λεπτά και μετά πήγαινε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της. Ο μύθος λέει ότι αν έβλεπε κάποιον που δεν κοιμόνταν τον έβαζε μέσα σε μια σακούλα και τον σκότωνε. Όποτε η Μαρία άπλα έκανε ότι κοιμόνταν άλλα άκουγε τα πάντα. Όμως η σκιά δεν την πλησίαζε. Το ίδιο όνειρο το έβλεπε κάθε βράδυ για πολύ καιρό…
Ώσπου μια φορά είδε τον αδερφό της ξύπνιο εκείνη την ώρα και άκουγε και τους γονείς της που μιλούσαν… Στις 12 άρχισε να ακούει τα βήματα όλο και πιο κοντά στο υπνοδωμάτιο. Εκείνο το βράδυ ο αδερφός της εξαφανίστηκε, το ίδιο και οι γονείς της! Και στο όνειρο και στην πραγματικότητα… Το κορίτσι αφού είχε αφηγηθεί σε πολλούς το όνειρο και φυσικά κανένας δεν την πίστευε αποφάσισε να μείνει στο σπίτι όλη μέρα. Όλη μέρα έκλαιγε… ώσπου η ώρα πήγε 12 το βράδυ αλλά δεν ήθελε να κάνει ότι κοιμάται, ήθελε να την πάρει η σκιά μαζί του καθώς ήθελε να συναντήσει την οικογένεια της με όποιο κόστος, ακόμα και με την ίδια της την ζωή. Στις 12 τα βήματα ξανάρχισαν να ακούγονται αλλά αυτή τη φορά δεν πήγαινε στο υπνοδωμάτιο, ήταν σε να περπατούσε απλά στο σπίτι, όμως η Μαρία ήταν αποφασισμένη να δώσει ένα τέλος σε αυτήν την κατάσταση και άρχιζε να φωνάζει και να ουρλιάζει… ΤΟΤΕ… τα βήματα άρχιζαν να γίνονται πιο γρήγορα, πιο δυνατά, πιο βαριά… Μόλις η σκιά έφτασε στο δωμάτιο της Μαρίας την πλησίασε και άρχισε να την κοιτά επίμονα, η Μαρία όμως είχε χάσει όλο το θάρρος της… Έτσι την παίρνει και την σκοτώνει. Αυτό όμως ήταν φαινομενικά ένας απλός εφιάλτης αλλά το πρωί το σπίτι είχε αδειάζει. Κανένας δεν έμαθε τι απέγινε η οικογένεια…
Σήμερα φυσικά δεν κατοικείται το σπίτι και λέγεται ότι όποιος πηγαίνει μέσα ακούει βαριά βήματα να τον πλησιάζουν και τις τσιρίδες ενός κοριτσιού αλλά δεν βλέπει τίποτα, άλλοι λένε ότι έχουν δει μια μαύρη φιγούρα να τους πλησιάζει… Το πιο τρομακτικό είναι ότι λίγα χρόνια μετά την εξαφάνιση της οικογένειας και αφού η ιστορία είχε γίνει γνώστη στις γειτονιές της περιοχής, μια παρέα 4 ατόμων μπήκαν στο ερημωμένο σπίτι τα μεσάνυχτα κανείς όμως δεν ξαναβγήκε και ούτε βρέθηκαν τα πτώματα τους πουθενά. Τέλος λέγεται ότι αν επισκεφτείς αυτό το σπίτι θα υποφέρεις από τον ίδιο εφιάλτη…
Η ιστορία μας ξεκινά τον 19ο αιώνα, όταν σ’αυτό το σπίτι ζούσε μια τετραμελής οικογένεια. Τα παιδιά της οικογένειας ήταν 2, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, ας τα ονομάσουμε Γιάννη και Μαρία. Δεν ήταν πολύ μεγάλα, ο Γιάννης ήταν γύρω στα 15 και Μαρία ήταν λίγα χρόνια μικρότερη. Ο θρύλος λέει ότι η Μαρία έβλεπε κάθε βράδυ διάφορα όνειρα με φαντάσματα δαίμονες κλπ. ΟΜΩΣ υπήρχε ένα όνειρο (κάποιοι υποστηρίζουν ότι όλα γίνονταν στην πραγματικότητα) που το έβλεπε κάθε βράδυ στις 12 τα μεσάνυχτα. Ήταν ένας άνδρας ή μια σκιά, δεν φαίνονταν πολύ καθαρά, ο οποίος κάθε βραδύ τέτοια ώρα έμπαινε μέσα στο σπίτι τους. Η Μαρία άκουγε τα βαριά βήματα του προς το υπνοδωμάτιο, επειδή όλοι οι άλλοι κοιμόντουσαν. Όταν έμπαινε η σκιά του άνδρα στο υπνοδωμάτιο πήγαινε πάνω από το κρεβάτι του αδερφού της και τον παρακολουθούσε για λίγα λεπτά και μετά πήγαινε στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της. Ο μύθος λέει ότι αν έβλεπε κάποιον που δεν κοιμόνταν τον έβαζε μέσα σε μια σακούλα και τον σκότωνε. Όποτε η Μαρία άπλα έκανε ότι κοιμόνταν άλλα άκουγε τα πάντα. Όμως η σκιά δεν την πλησίαζε. Το ίδιο όνειρο το έβλεπε κάθε βράδυ για πολύ καιρό…
Ώσπου μια φορά είδε τον αδερφό της ξύπνιο εκείνη την ώρα και άκουγε και τους γονείς της που μιλούσαν… Στις 12 άρχισε να ακούει τα βήματα όλο και πιο κοντά στο υπνοδωμάτιο. Εκείνο το βράδυ ο αδερφός της εξαφανίστηκε, το ίδιο και οι γονείς της! Και στο όνειρο και στην πραγματικότητα… Το κορίτσι αφού είχε αφηγηθεί σε πολλούς το όνειρο και φυσικά κανένας δεν την πίστευε αποφάσισε να μείνει στο σπίτι όλη μέρα. Όλη μέρα έκλαιγε… ώσπου η ώρα πήγε 12 το βράδυ αλλά δεν ήθελε να κάνει ότι κοιμάται, ήθελε να την πάρει η σκιά μαζί του καθώς ήθελε να συναντήσει την οικογένεια της με όποιο κόστος, ακόμα και με την ίδια της την ζωή. Στις 12 τα βήματα ξανάρχισαν να ακούγονται αλλά αυτή τη φορά δεν πήγαινε στο υπνοδωμάτιο, ήταν σε να περπατούσε απλά στο σπίτι, όμως η Μαρία ήταν αποφασισμένη να δώσει ένα τέλος σε αυτήν την κατάσταση και άρχιζε να φωνάζει και να ουρλιάζει… ΤΟΤΕ… τα βήματα άρχιζαν να γίνονται πιο γρήγορα, πιο δυνατά, πιο βαριά… Μόλις η σκιά έφτασε στο δωμάτιο της Μαρίας την πλησίασε και άρχισε να την κοιτά επίμονα, η Μαρία όμως είχε χάσει όλο το θάρρος της… Έτσι την παίρνει και την σκοτώνει. Αυτό όμως ήταν φαινομενικά ένας απλός εφιάλτης αλλά το πρωί το σπίτι είχε αδειάζει. Κανένας δεν έμαθε τι απέγινε η οικογένεια…
Σήμερα φυσικά δεν κατοικείται το σπίτι και λέγεται ότι όποιος πηγαίνει μέσα ακούει βαριά βήματα να τον πλησιάζουν και τις τσιρίδες ενός κοριτσιού αλλά δεν βλέπει τίποτα, άλλοι λένε ότι έχουν δει μια μαύρη φιγούρα να τους πλησιάζει… Το πιο τρομακτικό είναι ότι λίγα χρόνια μετά την εξαφάνιση της οικογένειας και αφού η ιστορία είχε γίνει γνώστη στις γειτονιές της περιοχής, μια παρέα 4 ατόμων μπήκαν στο ερημωμένο σπίτι τα μεσάνυχτα κανείς όμως δεν ξαναβγήκε και ούτε βρέθηκαν τα πτώματα τους πουθενά. Τέλος λέγεται ότι αν επισκεφτείς αυτό το σπίτι θα υποφέρεις από τον ίδιο εφιάλτη…